Vérifier στα ελληνικά
Μετάφραση: vérifier, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτήρηση, επιβλέπω, σταματώ, επαληθεύω, υποστηρίζω, πιστοποιώ, επιθεωρώ, κυρώνω, ένταλμα, ανακόπτω, επικυρώνω, βεβαιώνω, κρατώ, μαρτυρώ, επιδοκιμάζω, διαβεβαιώνω, τσεκάρω, check up, ελέγξει επάνω, ελέγχουν το, έλεγχο επάνω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- attachant στα ελληνικά - ενδιαφέρων, ελκυστικό, ελκυστική, ελκυστικά, έκκληση, προσφυγής
- aube στα ελληνικά - σκαπάνη, σέλας, λεπίδα, λυκόφως, αυγή, μυστρί, κουπί, ...
Τυχαίες λέξεις
Vérifier στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτήρηση, επιβλέπω, σταματώ, επαληθεύω, υποστηρίζω, πιστοποιώ, επιθεωρώ, κυρώνω, ένταλμα, ανακόπτω, επικυρώνω, βεβαιώνω, κρατώ, μαρτυρώ, επιδοκιμάζω, διαβεβαιώνω, τσεκάρω, check up, ελέγξει επάνω, ελέγχουν το, έλεγχο επάνω
Μεταφράσεις: επιτήρηση, επιβλέπω, σταματώ, επαληθεύω, υποστηρίζω, πιστοποιώ, επιθεωρώ, κυρώνω, ένταλμα, ανακόπτω, επικυρώνω, βεβαιώνω, κρατώ, μαρτυρώ, επιδοκιμάζω, διαβεβαιώνω, τσεκάρω, check up, ελέγξει επάνω, ελέγχουν το, έλεγχο επάνω