Ableger στα ελληνικά

Μετάφραση: ableger, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γόνος, παρακλάδι, βλαστός, παραφυάδα, μπόλι, στρώμα, κλάδος
Ableger στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ablegen στα ελληνικά - αποθηκεύω, μαγαζί, βάζω, κατάστημα, καταστήματος, αποθήκη, κατάστημά, ...
  • ablegend στα ελληνικά - θέση, σε θέση, μπορούν, μπορεί, είναι σε θέση
  • ablehnen στα ελληνικά - ξεπεσμός, σκουπίδια, περιφρόνηση, καταφρόνια, κλίνω, μαρασμός, απορρίπτω, ...
  • ablehnend στα ελληνικά - ομόφωνα, δυσμενής, δυσμενείς, δυσμενή, δυσμενών, αρνητική
Τυχαίες λέξεις
Ableger στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γόνος, παρακλάδι, βλαστός, παραφυάδα, μπόλι, στρώμα, κλάδος