Μπόλι στα γερμανικά
Μετάφραση: μπόλι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nachfahre, nachkomme, pfropfreis, ableger, Inokulum, Inokulums, Impfstoff, Inoculum, Impfgut
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπόλι
το μπόλι, μπόλι active member πέρασμα στ ́ακρόνειρο, μπόλι active member, μπόλι λεξικό γλώσσας γερμανικά, μπόλι στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μπρούτζος στα γερμανικά - bronzen, bronze, dreist, unverschämt, frech, ehern, schamlos
- μπόι στα γερμανικά - bauen, Höhe, Höhen, der Höhe, Größe
- μπόλικος στα γερμανικά - viele, Lose, Plätze, viel, vielen
- μπόσικος στα γερμανικά - verlassen, schlaff, schlupf, freisetzen, erlösen, lose, los, ...
Τυχαίες λέξεις
Μπόλι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: nachfahre, nachkomme, pfropfreis, ableger, Inokulum, Inokulums, Impfstoff, Inoculum, Impfgut
Μεταφράσεις: nachfahre, nachkomme, pfropfreis, ableger, Inokulum, Inokulums, Impfstoff, Inoculum, Impfgut