Auftrag στα ελληνικά
Μετάφραση: auftrag, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρήση, προσήλωση, αποστολή, δουλειά, προσταγή, εξουσιοδότηση, εντολή, παραγγέλλω, ανάθεση, εφαρμογή, στρώση, αίτηση, παραγγελία, σύμβαση, συμβόλαιο, σύμβασης, συμβάσεως, συμβάσεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufteilung στα ελληνικά - διαίρεση, τμήμα, κατανομή, διαίρεσης, καταμερισμό
- auftischend στα ελληνικά - όλο μέχρι
- auftragen στα ελληνικά - διδάσκω, ισχύουν, εφαρμόζονται, εφαρμόζεται, εφαρμογή, εφαρμόζουν
- auftraggeber στα ελληνικά - πελάτης, ηγετικός, πελάτη, πελατών, client
Τυχαίες λέξεις
Auftrag στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρήση, προσήλωση, αποστολή, δουλειά, προσταγή, εξουσιοδότηση, εντολή, παραγγέλλω, ανάθεση, εφαρμογή, στρώση, αίτηση, παραγγελία, σύμβαση, συμβόλαιο, σύμβασης, συμβάσεως, συμβάσεων
Μεταφράσεις: χρήση, προσήλωση, αποστολή, δουλειά, προσταγή, εξουσιοδότηση, εντολή, παραγγέλλω, ανάθεση, εφαρμογή, στρώση, αίτηση, παραγγελία, σύμβαση, συμβόλαιο, σύμβασης, συμβάσεως, συμβάσεων