Auslösen στα ελληνικά
Μετάφραση: auslösen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λύτρα, εξαγορά, σκανδάλη, ενεργοποίησης, σκανδάλης, έναυσμα, της σκανδάλης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- auslöschungen στα ελληνικά - ακύρωση, ακύρωσης, περίπτωση ακύρωσης, την ακύρωση, σε περίπτωση ακύρωσης
- auslöseimpuls στα ελληνικά - σκανδάλη, παλμό, παλμός, παλμού, παλμών, σφυγμού
- auslösend στα ελληνικά - προκαλώντας, ενεργοποίηση, ενεργοποίησης, την ενεργοποίηση, ενεργοποιεί
- auslöser στα ελληνικά - σκανδάλη, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
Τυχαίες λέξεις
Auslösen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λύτρα, εξαγορά, σκανδάλη, ενεργοποίησης, σκανδάλης, έναυσμα, της σκανδάλης
Μεταφράσεις: λύτρα, εξαγορά, σκανδάλη, ενεργοποίησης, σκανδάλης, έναυσμα, της σκανδάλης