Beraubung στα ελληνικά
Μετάφραση: beraubung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέρηση, ληστεία, στέρησης, στερητική, στερήσεις, η στέρηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beraubt στα ελληνικά - στέρησε, στερηθεί, στερούνται, υποβαθμισμένες, στερείται
- beraubte στα ελληνικά - στέρησε, στερηθεί, στερούνται, υποβαθμισμένες, στερείται
- beraubungen στα ελληνικά - ληστείες, ληστειών, κλοπές, οι ληστείες, τις ληστείες
- berauschen στα ελληνικά - μεθάω, μεθύσει, μεθάς, μέθυσε, μέθη
Τυχαίες λέξεις
Beraubung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέρηση, ληστεία, στέρησης, στερητική, στερήσεις, η στέρηση
Μεταφράσεις: στέρηση, ληστεία, στέρησης, στερητική, στερήσεις, η στέρηση