Στέρηση στα γερμανικά

Μετάφραση: στέρηση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
raub, beraubung, mangel, entzug, deprivation, entbehrung, verlust, Entbehrung, Beraubung, Entziehung, Deprivation, Entzug
Στέρηση στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στέρηση

στέρηση νικοτίνης, στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, στέρηση προσωπικής ελευθερίας, στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, υστέρηση συνώνυμα, στέρηση λεξικό γλώσσας γερμανικά, στέρηση στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • στέμμα στα γερμανικά - baumkrone, zenit, diadem, lagerdeckel, spitze, gipfel, bombige, ...
  • στένωση στα γερμανικά - widerstand, hemmnis, behinderung, verzögerung, hindernis, blockierung, Stenose, ...
  • στέψη στα γερμανικά - krönung, Krönung, Krönungs
  • στήθος στα γερμανικά - kiste, lade, brust, busen, brustkasten, schrein, koffer, ...
Τυχαίες λέξεις
Στέρηση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: raub, beraubung, mangel, entzug, deprivation, entbehrung, verlust, Entbehrung, Beraubung, Entziehung, Deprivation, Entzug