Druck στα ελληνικά
Μετάφραση: druck, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ώθηση, συμπίεση, χωμένος, πίεση, εμπριμέ, εκτύπωση, τυπώνω, μπήγω, πίεσης, πιέσεως, πιέσεις, πίεση του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- drosselte στα ελληνικά - επιβραδύνθηκε, επιβραδυνθεί, επιβραδύνεται, επιβράδυνε, επιβράδυνση
- drosselung στα ελληνικά - στραγγαλισμός, στραγγαλισμού, στραγγαλισμό, επιτάχυνσης, στραγγαλιστική
- druckabnahme στα ελληνικά - μείωση της πίεσης, η μείωση της πίεσης, ελάττωση της πίεσης, μειώσεως της πιέσεως, πίεση μείωση
- druckausgabe στα ελληνικά - έντυπη έκδοση, έκδοση τυπωμένων υλών, έντυπης έκδοσης, την έκδοση τυπωμένων υλών
Τυχαίες λέξεις
Druck στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ώθηση, συμπίεση, χωμένος, πίεση, εμπριμέ, εκτύπωση, τυπώνω, μπήγω, πίεσης, πιέσεως, πιέσεις, πίεση του
Μεταφράσεις: ώθηση, συμπίεση, χωμένος, πίεση, εμπριμέ, εκτύπωση, τυπώνω, μπήγω, πίεσης, πιέσεως, πιέσεις, πίεση του