Durchfahrt στα ελληνικά
Μετάφραση: durchfahrt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίοδος, κείμενο, διάβαση, πέρασμα, διέλευση, δίοδο, διόδου
Μεταφράσεις
- abbrechung στα ελληνικά - αποκόλληση, ρήξη, πλακούντα, αποκόλλησης, απόσπαση
- argumentieren στα ελληνικά - επιχειρηματολογώ, λόγος, διαπληκτίζομαι, αιτία, αιτιολογία, διαφωνώ, υποστηρίζουν, ...
- durchdrungen στα ελληνικά - διαπνέεται, διαπέρασε, διεισδύσει, διαποτίσει, διαπερνούσε
- durcheinander στα ελληνικά - ανακατεύω, χάος, κυκεώνας, ακαταστασία, παραζάλη, σύγχυση, συγχέω, ...
Τυχαίες λέξεις
Durchfahrt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίοδος, κείμενο, διάβαση, πέρασμα, διέλευση, δίοδο, διόδου
Μεταφράσεις: δίοδος, κείμενο, διάβαση, πέρασμα, διέλευση, δίοδο, διόδου