Elektrikerin στα ελληνικά
Μετάφραση: elektrikerin, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηλεκτρολόγος, ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγου, τον ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγο να
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- altlastensanierung στα ελληνικά - μολυσμένες τοποθεσίες, ρυπασμένων τόπων, μολυσμένων τοποθεσιών, μολυσμένων χώρων, ρυπασμένους τόπους
- athlet στα ελληνικά - αθλητής, αθλητή, αθλήτρια, του αθλητή, αθλητών
- aufbietung στα ελληνικά - κλήτευση, κλήση των, καλώντας, την κλήση, την κλήτευση
- ausrotten στα ελληνικά - καταστρέφω, αποκλείω, εξαλείφω, εξαφανίζω, εξολοθρεύω, σβήνω, εκμηδενίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Elektrikerin στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηλεκτρολόγος, ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγου, τον ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγο να
Μεταφράσεις: ηλεκτρολόγος, ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγου, τον ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγο να