Entbehrung στα ελληνικά
Μετάφραση: entbehrung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέρηση, στέρησης, στερητική, στερήσεις, η στέρηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bastei στα ελληνικά - προπύργιο, προμαχώνας, Bastion, προμαχώνα, Το Bastion
- bezaubernd στα ελληνικά - μαγευτικός, σαγηνευτικός, λατρευτός, αξιολάτρευτο, το αξιολάτρευτο, λατρευτό, λατρευτά
- biologe στα ελληνικά - βιολογικός, βιολόγος, βιολόγο, βιολόγου, ο βιολόγος, βιολόγους
- doofmann στα ελληνικά - βλάκας, ανόητος, ανόητη, Goofy, Γκούφυ, Γκούφη
Τυχαίες λέξεις
Entbehrung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέρηση, στέρησης, στερητική, στερήσεις, η στέρηση
Μεταφράσεις: στέρηση, στέρησης, στερητική, στερήσεις, η στέρηση