Entgegensetzen στα ελληνικά
Μετάφραση: entgegensetzen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εναντιώνομαι, αντιτίθεμαι, αντιταχθεί, αντιτίθενται, αντιταχθούν, αντίθετοι, διατυπώσει αντιρρήσεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anapher στα ελληνικά - anaphora
- ausübung στα ελληνικά - άσκηση, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία
- bubikopf στα ελληνικά - βότσαλο, βαρίδι, bob, Μπομπ, ο Bob, τον Bob
- dienstvorgesetzter στα ελληνικά - επιτηρητής, επόπτης, αφεντικό, το αφεντικό, αφεντικού, αφεντικό του, αφεντικό της
Τυχαίες λέξεις
Entgegensetzen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εναντιώνομαι, αντιτίθεμαι, αντιταχθεί, αντιτίθενται, αντιταχθούν, αντίθετοι, διατυπώσει αντιρρήσεις
Μεταφράσεις: εναντιώνομαι, αντιτίθεμαι, αντιταχθεί, αντιτίθενται, αντιταχθούν, αντίθετοι, διατυπώσει αντιρρήσεις