Erzeugung στα ελληνικά

Μετάφραση: erzeugung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γενιά, προϊόν, παραγωγή, δημιουργία, κατασκευάζω, παραγωγής, την παραγωγή, της παραγωγής, η παραγωγή
Erzeugung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgeschürft στα ελληνικά - φαγωμένος, εκδορές, με εκδορές, αποξύνεται, εκτρίβεται
  • ausrichtungsfehler στα ελληνικά - σφάλματος ευθυγράμμισης
  • bedingung στα ελληνικά - όρος, πάθηση, κατάσταση, ρήτρα, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης
  • bin στα ελληνικά - είμαι, am, Με, βρίσκομαι, αμ
Τυχαίες λέξεις
Erzeugung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γενιά, προϊόν, παραγωγή, δημιουργία, κατασκευάζω, παραγωγής, την παραγωγή, της παραγωγής, η παραγωγή