Ganove στα ελληνικά

Μετάφραση: ganove, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακοποιός, απατεώνας, απατεώνα, γκλίτσα, τσιγκέλι, μαγκούρα
Ganove στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • addierer στα ελληνικά - οχιά, αθροιστής, αθροιστή, προσθήκη, προσθήκη αυτή, προσθηκών
  • aids στα ελληνικά - AIDS, του AIDS, το AIDS, με AIDS
  • belästigt στα ελληνικά - παρενοχλούνται, παρενόχλησαν, παρενόχλησε, παρενοχλήσεις, παρενόχληση
  • bewusstlosigkeit στα ελληνικά - αναισθησία, απώλεια των αισθήσεων, απώλεια αισθήσεων, απώλεια συνείδησης, την απώλεια των αισθήσεων
Τυχαίες λέξεις
Ganove στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακοποιός, απατεώνας, απατεώνα, γκλίτσα, τσιγκέλι, μαγκούρα