Gewohnheit στα ελληνικά
Μετάφραση: gewohnheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρήση, χρησιμοποιώ, συνήθεια, άσκηση, έθιμο, ασκώ, εξασκώ, πρακτική, σχέδιο, έξη, συνήθειας, συνήθεια να, τη συνήθεια, η συνήθεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alberne στα ελληνικά - ανόητος, ανόητο, ανόητη, ανόητα, χαζό
- aufgabe στα ελληνικά - λειτουργώ, λειτουργία, ανάθεση, αποστολή, παραδίδω, δεξίωση, δουλειά, ...
- blicke στα ελληνικά - ματιά, κοιτάζω, βλέμμα, κοιτάξτε, εξετάσουμε
- brandblase στα ελληνικά - φούσκα, φουσκάλα, μάρκα, μάρκας, σήμα, εμπορικό σήμα, σήματος
Τυχαίες λέξεις
Gewohnheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρήση, χρησιμοποιώ, συνήθεια, άσκηση, έθιμο, ασκώ, εξασκώ, πρακτική, σχέδιο, έξη, συνήθειας, συνήθεια να, τη συνήθεια, η συνήθεια
Μεταφράσεις: χρήση, χρησιμοποιώ, συνήθεια, άσκηση, έθιμο, ασκώ, εξασκώ, πρακτική, σχέδιο, έξη, συνήθειας, συνήθεια να, τη συνήθεια, η συνήθεια