Πρακτική στα γερμανικά

Μετάφραση: πρακτική, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
übung, gepflogenheit, routine, gewohnheit, praxis, gebrauch, Praxis, der Praxis, die Praxis, Übung
Πρακτική στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρακτική

πρακτική άσκηση σπουδαστών ιεκ, πρακτική άσκηση, πρακτική άσκηση τει, πρακτική αριθμητική, πρακτική φιλοσοφία, πρακτική λεξικό γλώσσας γερμανικά, πρακτική στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • πραγματοποίηση στα γερμανικά - erfüllung, Realisierung, Erkenntnis, Realisation, Verwirklichung, Umsetzung
  • πραγματοποιώ στα γερμανικά - erzielen, schaffen, vollziehen, erreichen, realisieren, merken, erkennen, ...
  • πρακτικός στα γερμανικά - erfahren, praktisch, tatsächlich, pragmatisch, zweckmäßig, Praktikum, praktische, ...
  • πρακτορείο στα γερμανικά - werkzeug, vertretung, vermittlung, mittel, geschäftsstelle, büro, behörde, ...
Τυχαίες λέξεις
Πρακτική στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: übung, gepflogenheit, routine, gewohnheit, praxis, gebrauch, Praxis, der Praxis, die Praxis, Übung