Karg στα ελληνικά
Μετάφραση: karg, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πενιχρός, άγονος, αραιός, λιγοστός, στείρος, άκαρπος, αραιή, αραιά, αραιό, αραιές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alternierend στα ελληνικά - εναλλασσόμενος, εναλλασσόμενο, εναλλασσόμενη, εναλλασσόμενου, εναλλασσόμενης
- angehängt στα ελληνικά - συνημμένο, επισυνάπτεται, συνημμένη, που επισυνάπτεται, επισυνάπτονται
- aus στα ελληνικά - από, πάνω, μακριά, έξω, τελείωσε, από την, από το, ...
- bauteile στα ελληνικά - εξαρτήματα, συστατικά, συστατικών, εξαρτημάτων, συνιστώσες
Τυχαίες λέξεις
Karg στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πενιχρός, άγονος, αραιός, λιγοστός, στείρος, άκαρπος, αραιή, αραιά, αραιό, αραιές
Μεταφράσεις: πενιχρός, άγονος, αραιός, λιγοστός, στείρος, άκαρπος, αραιή, αραιά, αραιό, αραιές