Kein στα ελληνικά

Μετάφραση: kein, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κανένας, όχι, αριθ, δεν, καμία, κανένα
Kein στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufstieg στα ελληνικά - ανάδειξη, ορθώνομαι, ανάβαση, προαγωγή, προώθηση, ορειβασία, αυξάνομαι, ...
  • azyklisch στα ελληνικά - άκυκλων, άκυκλα, ακυκλικές, ακυκλικό, ακυκλικά
  • beauftragt στα ελληνικά - ανέθεσε, ανατέθηκε, αναθέσει, ανατεθεί, που ανατέθηκε
  • dachkante στα ελληνικά - άκρο, άκρη, ακμή, ακμής, άκρου
Τυχαίες λέξεις
Kein στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κανένας, όχι, αριθ, δεν, καμία, κανένα