Kollidieren στα ελληνικά
Μετάφραση: kollidieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσκρούω, κλαγγή, αντιπαράθεση, αψιμαχία, συγκρούονται, συγκρουστούν, συγκρουστεί, σύγκρουση, συγκρούεται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abbildungen στα ελληνικά - εικονογραφήσεις, εικόνες, απεικονίσεις, εικονογράφηση, εικονογραφήσεων
- after στα ελληνικά - πρωκτός, πρωκτό, τον πρωκτό, πρωκτού, του πρωκτού
- aussteifung στα ελληνικά - τονωτικός, ενίσχυση, Η ενίσχυση, οπλισμός, οπλισμό, οπλισμού
- deklassierte στα ελληνικά - υποτυπώδης, κατώτερος, υποβαθμισμένα, κατώτερης, υποβαθμισμένων
Τυχαίες λέξεις
Kollidieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσκρούω, κλαγγή, αντιπαράθεση, αψιμαχία, συγκρούονται, συγκρουστούν, συγκρουστεί, σύγκρουση, συγκρούεται
Μεταφράσεις: προσκρούω, κλαγγή, αντιπαράθεση, αψιμαχία, συγκρούονται, συγκρουστούν, συγκρουστεί, σύγκρουση, συγκρούεται