Lose στα ελληνικά
Μετάφραση: lose, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάσκος, χαλαρός, λυτός, μπόσικος, χύμα, χαλαρά, χαλαρό, χαλαρή
Μεταφράσεις
- abgeschoben στα ελληνικά - απελαθεί, απελάθηκαν, απελαθούν, απελάθηκε, απέλασαν
- absolvent στα ελληνικά - απόφοιτος, αποφοιτώ, πτυχιούχος, μεταπτυχιακό, μεταπτυχιακών, μεταπτυχιακούς
- anstalt στα ελληνικά - ίδρυμα, επιβάλλω, θεσμός, θεσπίζω, ίδρυση, όργανο, φορέα, ...
- daktylisch στα ελληνικά - δακτυλικός, δακτυλικοί, δακτυλικό, δακτυλικού, δακτυλική
Τυχαίες λέξεις
Lose στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάσκος, χαλαρός, λυτός, μπόσικος, χύμα, χαλαρά, χαλαρό, χαλαρή
Μεταφράσεις: λάσκος, χαλαρός, λυτός, μπόσικος, χύμα, χαλαρά, χαλαρό, χαλαρή