Prunkvoll στα ελληνικά
Μετάφραση: prunkvoll, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξιπασμένος, υπέροχα, μεγαλοπρεπώς, θαυμάσια, μεγαλόπρεπα, θεαματικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausgelöscht στα ελληνικά - σβήσει, σβήνει, έσβησε, αποσβέννυται, σβήνουν
- beifügend στα ελληνικά - αποδίδοντας, αποδίδουν, αποδίδει, απόδοση, την απόδοση
- bekleidend στα ελληνικά - ρουχισμός
- briefkopierpresse στα ελληνικά - αντίγραφο, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
Τυχαίες λέξεις
Prunkvoll στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξιπασμένος, υπέροχα, μεγαλοπρεπώς, θαυμάσια, μεγαλόπρεπα, θεαματικά
Μεταφράσεις: ξιπασμένος, υπέροχα, μεγαλοπρεπώς, θαυμάσια, μεγαλόπρεπα, θεαματικά