Rechtsprechung στα ελληνικά
Μετάφραση: rechtsprechung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικαιοδοσία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alleine στα ελληνικά - μοναχός, μόνος, μόνη, μόνη της, και μόνο, μόνο του
- angorawolle στα ελληνικά - Αγκύρας, Angora, της Αγκύρας, αγκορά, ανγκορά
- bug στα ελληνικά - κόμπος, στέλεχος, φιόγκος, μύτη, στείρα, τόξο, μίσχος, ...
- clogs στα ελληνικά - τσόκαρα, Clogs, Σαμπο, Σαμπό, έμφραξη
Τυχαίες λέξεις
Rechtsprechung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικαιοδοσία
Μεταφράσεις: δικαιοδοσία