Schock στα ελληνικά
Μετάφραση: schock, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σοκ, εξήντα, εμβροντησία, κατάπληξη, αδράνεια, κρούση, κραδασμός, νάρκη, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, shock
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausblenden στα ελληνικά - σβήνω εικόνα, σβήνω ήχο, fade out, σβήσει, βαθμιαία απ κρυψη
- bioinformatik στα ελληνικά - βιοπληροφορική, βιοπληροφορικής, η βιοπληροφορική, της βιοπληροφορικής, τη βιοπληροφορική
- botanik στα ελληνικά - βοτανική, βοτανικής, η βοτανική, της βοτανικής, βοτανολογία
Τυχαίες λέξεις
Schock στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σοκ, εξήντα, εμβροντησία, κατάπληξη, αδράνεια, κρούση, κραδασμός, νάρκη, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, shock
Μεταφράσεις: σοκ, εξήντα, εμβροντησία, κατάπληξη, αδράνεια, κρούση, κραδασμός, νάρκη, κραδασμών, καταπληξία, καταπληξίας, shock