Strickarbeit στα ελληνικά
Μετάφραση: strickarbeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θρέφω, πλέκω, ζαρώνω, πλέξιμο, πλεξίματος, το πλέξιμο, πλεκτών, πλέξης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abzüge στα ελληνικά - κρατήσεις, εκπτώσεις, αφαιρέσεις, εκπτώσεων, μειώσεις
- altbewährt στα ελληνικά - αλήθεια και προσπάθησε, δοκιμασμένη και αληθινή, δοκιμασμένες και αληθινές, δοκιμασμένο και αληθινό, και προσπάθησε αλήθεια
- datenstation στα ελληνικά - σταθμό, σταθμός, σταθμού, σιδηροδρομικό, σταθμό του
- dockarbeiter στα ελληνικά - λιμενεργάτης, Docker, Λιμενεργάτη, τον λιμενεργάτη, λιμενεργάτη την
Τυχαίες λέξεις
Strickarbeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θρέφω, πλέκω, ζαρώνω, πλέξιμο, πλεξίματος, το πλέξιμο, πλεκτών, πλέξης
Μεταφράσεις: θρέφω, πλέκω, ζαρώνω, πλέξιμο, πλεξίματος, το πλέξιμο, πλεκτών, πλέξης