Βάρβαρος στα γερμανικά

Μετάφραση: βάρβαρος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
barbar, grausam, wütend, ungezähmt, barbarisch, unbändig, rabiat, unzähmbar, wild, grimmig, wilde, Barbar, barbarischen, Barbaren
Βάρβαρος στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βάρβαρος

βάρβαρος συνώνυμα, όσιοσ βάρβαροσ, ευγενής βάρβαρος, άγιος βάρβαρος, φυτό βάρβαρος, βάρβαρος λεξικό γλώσσας γερμανικά, βάρβαρος στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • βάναυσος στα γερμανικά - abgeschmackt, gewöhnlich, Raufbold, Grobian, Rowdy, Fläz
  • βάπτισμα στα γερμανικά - taufe, Taufe, die Taufe, der Taufe
  • βάρκα στα γερμανικά - boot, kahn, Boot, Schiff, Boots, Bootes
  • βάρος στα γερμανικά - schwerpunkt, verpflichtung, refrain, last, belasten, kehrreim, bürde, ...
Τυχαίες λέξεις
Βάρβαρος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: barbar, grausam, wütend, ungezähmt, barbarisch, unbändig, rabiat, unzähmbar, wild, grimmig, wilde, Barbar, barbarischen, Barbaren