Μανιασμένος στα γερμανικά
Μετάφραση: μανιασμένος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wütend, grimmig, ungestüm, rabiat, wild, wie wild, maßlos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μανιασμένος
μανιασμένος λεξικό γλώσσας γερμανικά, μανιασμένος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μανεκέν στα γερμανικά - vorführdame, experimentell, model, modellfall, modellieren, leitbild, vorbild, ...
- μανιακός στα γερμανικά - irrer, irrsinnig, manisch, draufgänger, wahnsinnige, irre, verrückte, ...
- μανιβέλα στα γερμανικά - verrückte, spinner, marotte, miesepeter, kurbel, Kurbel, Kurbelwellen, ...
- μανικέτι στα γερμανικά - hosenaufschlag, fessel, manschette, umschlag, handschellen, Manschette, Stulpe, ...
Τυχαίες λέξεις
Μανιασμένος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: wütend, grimmig, ungestüm, rabiat, wild, wie wild, maßlos
Μεταφράσεις: wütend, grimmig, ungestüm, rabiat, wild, wie wild, maßlos