Forkert στα ελληνικά
Μετάφραση: forkert, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάθος, λανθασμένος, άδικο, κακό, εσφαλμένος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- forholdsregel στα ελληνικά - βήμα, διάβημα, μέτρο, μετρώ, βηματίζω, τη μέτρηση, μέτρηση της, ...
- forhøjning στα ελληνικά - εξόγκωμα, προεξοχή, προεξοχής, εξογκώματος, προεξοχών
- forklare στα ελληνικά - αποσαφηνίζω, διασαφηνίζω, εξηγήσει, εξηγούν, να εξηγήσει, εξηγήσουν, εξηγεί
- forklaring στα ελληνικά - εξήγηση, επεξήγηση, εξηγήσεις, αιτιολόγηση, ερμηνεία
Τυχαίες λέξεις
Forkert στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάθος, λανθασμένος, άδικο, κακό, εσφαλμένος
Μεταφράσεις: λάθος, λανθασμένος, άδικο, κακό, εσφαλμένος