Grænse στα ελληνικά

Μετάφραση: grænse, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οριακός, παραμεθόριος, μεθόριος, περιορίζω, όριο, σύνορο, ρέλι, ορίου, οριακές, οριακών, προθεσμίας
Grænse στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • grålig στα ελληνικά - γκρίζος, φαιός, λευκόφαιος, υπόφαιος, grayish, γκριζωπό, γκριζωπός
  • græde στα ελληνικά - κραυγή, κλαίω, φωνάζω, κλάμα, την κραυγή, φωνή, cry
  • græs στα ελληνικά - καταδότης, πόα, βοσκότοπος, χόρτο, γρασίδι, χλόη, χορτάρι, ...
  • græshoppe στα ελληνικά - ακρίδα, Grasshopper, ακρίδας, ακρίδες, Γκρασχόπερ
Τυχαίες λέξεις
Grænse στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οριακός, παραμεθόριος, μεθόριος, περιορίζω, όριο, σύνορο, ρέλι, ορίου, οριακές, οριακών, προθεσμίας