Præsentere στα ελληνικά

Μετάφραση: præsentere, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δώρο, γνωρίζω, πληροφορώ, παρών, παρουσιάζω, εισάγω, συστήνω, εισάγουν, εισαγάγει, εισαγάγουν, εισάγει, θεσπίσουν
Præsentere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • prærieulv στα ελληνικά - λύκος της Βόρειας Αμερικής, κογιότ, Coyote, το κογιότ, από coyote
  • præsens στα ελληνικά - παρουσιάζω, παρών, δώρο, παρόν, Ισχύον, Παρούσα, Παρόντες
  • præst στα ελληνικά - εφημέριος, ιερέας, υπουργός, παπάς, ιερεύς, ιερέα, παπά
  • prøve στα ελληνικά - δοκιμασία, προσπάθεια, εκδικάζω, έκθεση, δίκη, δοκίμιο, ελέγχω, ...
Τυχαίες λέξεις
Præsentere στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δώρο, γνωρίζω, πληροφορώ, παρών, παρουσιάζω, εισάγω, συστήνω, εισάγουν, εισαγάγει, εισαγάγουν, εισάγει, θεσπίσουν