Skrøbelig στα ελληνικά
Μετάφραση: skrøbelig, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεπτός, μαλθακός, εύθραυστος, φίνος, αδύναμος, εύθραυστο, εύθραυστη, εύθραυστα, ευάλωτες, εύθραυστες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- skræk στα ελληνικά - σύλληψη, φόβος, ταραχή, σκιάχτρο, τρομάρα, τρόμο, φόβο
- skrænt στα ελληνικά - γέρνω, πλαγιά, λοφοπλαγιά, κατηφορίζω, κρημνός, γκρεμό, escarpment, ...
- skubbe στα ελληνικά - σπρώχνω, σπρώξιμο, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
- skueplads στα ελληνικά - σκηνή, τοπίο, σκηνής, σκηνικό, προσκήνιο, τόπο
Τυχαίες λέξεις
Skrøbelig στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεπτός, μαλθακός, εύθραυστος, φίνος, αδύναμος, εύθραυστο, εύθραυστη, εύθραυστα, ευάλωτες, εύθραυστες
Μεταφράσεις: λεπτός, μαλθακός, εύθραυστος, φίνος, αδύναμος, εύθραυστο, εύθραυστη, εύθραυστα, ευάλωτες, εύθραυστες