Støj στα ελληνικά
Μετάφραση: støj, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θόρυβος, ρακέτα, θορύβου, θόρυβο, του θορύβου, το θόρυβο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- stærk στα ελληνικά - δυνατός, ισχυρός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές
- støde στα ελληνικά - ώθηση, σπρώξιμο, χωμένος, σπρώχνω, μπήγω, συνάντηση, συνάντησης, ...
- stønne στα ελληνικά - μουγκρίζω, τρίξιμο, βογγητό, βογκητό, Στέναζε, στεναγμό, αγωνιώδες βογγητό
- stør στα ελληνικά - οξύρρυγχος, οξυρρύγχου, οξύρρυγχου, οξύρρυγχο, οξυρρύγχων
Τυχαίες λέξεις
Støj στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θόρυβος, ρακέτα, θορύβου, θόρυβο, του θορύβου, το θόρυβο
Μεταφράσεις: θόρυβος, ρακέτα, θορύβου, θόρυβο, του θορύβου, το θόρυβο