Stempel στα ελληνικά
Μετάφραση: stempel, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έμβολο, πιστόνι, σφραγίδα, γραμματόσημο, γραμματοσήμων, Stamp, χαρτοσήμου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- stemme στα ελληνικά - φωνή, ψηφίζω, ψήφος, εκφράζω, φωνής, φωνητικής, φωνητική, ...
- stemning στα ελληνικά - κέφι, έγκλιση, διάθεση, διάθεσης, της διάθεσης, διάθεσή, τη διάθεση
- sten στα ελληνικά - κουνώ, λιθοβολώ, ροκ, πετροβολώ, πέτρα, λικνίζω, πέτρινο, ...
- stenbrud στα ελληνικά - νταμάρι, λατομείο, λατομείου, του λατομείου, λατομείων, λατομικών
Τυχαίες λέξεις
Stempel στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έμβολο, πιστόνι, σφραγίδα, γραμματόσημο, γραμματοσήμων, Stamp, χαρτοσήμου
Μεταφράσεις: έμβολο, πιστόνι, σφραγίδα, γραμματόσημο, γραμματοσήμων, Stamp, χαρτοσήμου