Udenlandsk στα ελληνικά
Μετάφραση: udenlandsk, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξωτερικός, εξωγήινος, ξένος, αλλοδαπός, ξένων, ξένες, ξένο
Μεταφράσεις
- udelade στα ελληνικά - παραγνωρίζω, δημοσιεύω, παραβλέπω, εκκρίνω, παραλείπω, κυκλοφορώ, παραλείποντας τα
- udenfor στα ελληνικά - έξω, εκτός, έξω από, εξωτερικό, εξωτερική
- udfald στα ελληνικά - αποτέλεσμα, έκβαση, επίπτωση, αποτελέσματα, αποτελέσματος, αποτελεσμάτων
- udflugt στα ελληνικά - εκδρομή, εκδρομής, εκδρομές, εκδρομών, εξόρμηση
Τυχαίες λέξεις
Udenlandsk στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξωτερικός, εξωγήινος, ξένος, αλλοδαπός, ξένων, ξένες, ξένο
Μεταφράσεις: εξωτερικός, εξωγήινος, ξένος, αλλοδαπός, ξένων, ξένες, ξένο