Αρπακτικότητα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αρπακτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
алчност, грабливост, хищност
Αρπακτικότητα στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρπακτικότητα

αρπακτικότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αρπακτικότητα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αρπαγή στα βουλγαρικά - похищение, грабеж, припадък, конфискуване, конфискация, изземване, на пристъпите
  • αρπακτικός στα βουλγαρικά - граблив, хищен
  • αρραβώνες στα βουλγαρικά - годеж, зацепване, ангажимент, ангажираност, ангажиране
  • αρρώστια στα βουλγαρικά - болест, заболяване, болестта, болестта на, болест на
Τυχαίες λέξεις
Αρπακτικότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: алчност, грабливост, хищност