Αρπακτικότητα στα τσεχικά
Μετάφραση: αρπακτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dravost, hrabivost
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρπακτικότητα
αρπακτικότητα λεξικό γλώσσας τσεχικά, αρπακτικότητα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αρπαγή στα τσεχικά - plenění, únos, loupež, drancování, záchvat, zabavení, záchvatů, ...
- αρπακτικός στα τσεχικά - dravý, loupežný, loupeživý, raptorial
- αρραβώνες στα τσεχικά - bitva, zásnuby, dluh, boj, závazek, zaměstnání, povinnost, ...
- αρρώστια στα τσεχικά - potíž, churavost, onemocnění, stonání, nemoc, indispozice, choroba, ...
Τυχαίες λέξεις
Αρπακτικότητα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: dravost, hrabivost
Μεταφράσεις: dravost, hrabivost