Αρπακτικότητα στα σουηδικά

Μετάφραση: αρπακτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rovlystnad, rovgirighet, girighet
Αρπακτικότητα στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρπακτικότητα

αρπακτικότητα λεξικό γλώσσας σουηδικά, αρπακτικότητα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αρπαγή στα σουηδικά - beslag, anfall, beslagtagande, anfalls, kramp
  • αρπακτικός στα σουηδικά - raptorial
  • αρραβώνες στα σουηδικά - träff, förlovning, slag, strid, ingrepp, ingrepps, engagemang
  • αρρώστια στα σουηδικά - illamående, åkomma, sjuk, sjukdom, sjukdomen, sjukdomar, sjukdoms, ...
Τυχαίες λέξεις
Αρπακτικότητα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: rovlystnad, rovgirighet, girighet