Ευλυγισία στα αλβανικά
Μετάφραση: ευλυγισία, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përkulshmëri, Fleksibilitet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευλυγισία
ευλυγισία συνώνυμο, ευλυγισία που σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό, ευλυγισία ασκήσεις, ευλυγισία λεξικό, ευλυγισία μέσης, ευλυγισία λεξικό γλώσσας αλβανικά, ευλυγισία στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- ευλογία στα αλβανικά - bekim, bekimi, bekimin, bekim i, bekuar
- ευλογώ στα αλβανικά - uroj, bekoj, bekoftë, bekoni, të bekuar, të bekojë
- ευλύγιστος στα αλβανικά - i zhdërvjellët, elastik, epur, zhdërvjellët, i përkulshëm
- ευμενής στα αλβανικά - i përshtatshëm, i volitshëm, përshtatshëm, volitshëm, i favorshëm
Τυχαίες λέξεις
Ευλυγισία στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: përkulshmëri, Fleksibilitet
Μεταφράσεις: përkulshmëri, Fleksibilitet