Ευλυγισία στα ουκρανικά
Μετάφραση: ευλυγισία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гнучкість, гнучкості
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευλυγισία
ευλυγισία συνώνυμο, ευλυγισία που σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό, ευλυγισία ασκήσεις, ευλυγισία λεξικό, ευλυγισία μέσης, ευλυγισία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ευλυγισία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ευλογία στα ουκρανικά - прикрощі, щасті, молитва, блаженство, благословення, благословіння, благословенням
- ευλογώ στα ουκρανικά - славословити, благословляти, благословіть, благословити, поблагословити
- ευλύγιστος στα ουκρανικά - гнучкий, поступливий, піддатливість, зговірливість, еластичний, універсальний, гнучкість, ...
- ευμενής στα ουκρανικά - благодійницький, слушний, зручний, добродійний, сприятливий, позитивний, зичливий, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευλυγισία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: гнучкість, гнучкості
Μεταφράσεις: гнучкість, гнучкості