Ηλικιωμένος στα αλβανικά

Μετάφραση: ηλικιωμένος, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
moshuar, moshuarit, të moshuarit, moshuarve, të moshuar
Ηλικιωμένος στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ηλικιωμένος

ηλικιωμένος σκύλος, ηλικιωμένος «ξάπλωσε» δημοσιογράφο με μια μπουνιά, ηλικιωμένος αυτοκτόνησε, ηλικιωμένος ονειροκρίτης, ηλικιωμένος ομογενής μοιράζει επιταγές στους 'ελληνες με υπέρογκα ποσά, ηλικιωμένος λεξικό γλώσσας αλβανικά, ηλικιωμένος στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • ηλικία στα αλβανικά - moshë, mosha, mosha e, moshe, e moshës
  • ηλικίας στα αλβανικά - moshuar, moshë, mosha, mosha e, moshe, e moshës
  • ηλιόλουστος στα αλβανικά - me diell, Sunny, diell, Bregu, Bregu i
  • ημερολόγιο στα αλβανικά - kalendar, kalendarik, Kalendari, kalendarin, kalendarit
Τυχαίες λέξεις
Ηλικιωμένος στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: moshuar, moshuarit, të moshuarit, moshuarve, të moshuar