Ξύνω στα αλβανικά
Μετάφραση: ξύνω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hall, kruajtje, gërvishtje, gërvishje e, vështirësi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξύνω
το ξύνω, ξύνω γόνατο, τα ξύνω, ξύνω συνώνυμο, ξύνω πληγές, ξύνω λεξικό γλώσσας αλβανικά, ξύνω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- ξύλινος στα αλβανικά - druri, prej druri, drurit, prej druri të
- ξύλο στα αλβανικά - pyll, dru, druri, drurit, Wood, të drurit
- ξύπνημα στα αλβανικά - zgjim, Zgjimi, Wake, Wake Up, zgjimit
- ξύσμα στα αλβανικά - cipë, copëz, skrap, skrape, braktisur, kthime
Τυχαίες λέξεις
Ξύνω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: hall, kruajtje, gërvishtje, gërvishje e, vështirësi
Μεταφράσεις: hall, kruajtje, gërvishtje, gërvishje e, vështirësi