Ξύνω στα εσθονικά

Μετάφραση: ξύνω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kriimustus, kraapima, kriimustama, kratsima, kaabis, kraapjalg, kiipama, kraapsama
Ξύνω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξύνω

το ξύνω, ξύνω γόνατο, τα ξύνω, ξύνω συνώνυμο, ξύνω πληγές, ξύνω λεξικό γλώσσας εσθονικά, ξύνω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ξύλινος στα εσθονικά - puust, puidust, wooden, puit-
  • ξύλο στα εσθονικά - puit, puu, puidu, puidust, puitu, puiduvarumisseadmed
  • ξύπνημα στα εσθονικά - äratus, ärkamine, Awakening, ärkamise, äratamise, ärkamisaja
  • ξύσμα στα εσθονικά - koorima, koor, vanametall, jäägid, -jäägid, vanametalli, jääke
Τυχαίες λέξεις
Ξύνω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kriimustus, kraapima, kriimustama, kratsima, kaabis, kraapjalg, kiipama, kraapsama