Ξύνω στα δανικά

Μετάφραση: ξύνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
skrabe, kradse, skraber, dødsoplevelsen, knibe, skrab
Ξύνω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξύνω

το ξύνω, ξύνω γόνατο, τα ξύνω, ξύνω συνώνυμο, ξύνω πληγές, ξύνω λεξικό γλώσσας δανικά, ξύνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ξύλινος στα δανικά - træ, i træ, af træ, wooden
  • ξύλο στα δανικά - skov, ved, træ, træet, af træ, træ-
  • ξύπνημα στα δανικά - Awakening, opvågnen, vækkelse, opvågning, vågne
  • ξύσμα στα δανικά - bark, skrot, skrot af, affald
Τυχαίες λέξεις
Ξύνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: skrabe, kradse, skraber, dødsoplevelsen, knibe, skrab