Προσβάλλω στα αλβανικά

Μετάφραση: προσβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dobët, fyerje, hollë, ofendoj, fyej, ofendojnë, ofendojë, skandalizojë
Προσβάλλω στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσβάλλω

προσβάλλω χρονική αντικατάσταση, προσβάλλω προσέβαλα, προσβάλλω αόριστος, προσβάλλω ετυμολογια, προσβάλλω λεξικό, προσβάλλω λεξικό γλώσσας αλβανικά, προσβάλλω στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • προσαύξηση στα αλβανικά - mbingarkesë, shtesë, shtesë e, taksa shtesë, shtesë çmimi
  • προσβάλλομαι στα αλβανικά - kontratë, marrëveshje, ofendohem, fyhem
  • προσβλητικός στα αλβανικά - ofensivë, fyes, fyese, ofenduese, ofendues
  • προσβολή στα αλβανικά - fyerje, ofendim, sulm, sulmi, sulm i, sulmi i, sulmi nga e
Τυχαίες λέξεις
Προσβάλλω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: dobët, fyerje, hollë, ofendoj, fyej, ofendojnë, ofendojë, skandalizojë