Άντρο στα βουλγαρικά

Μετάφραση: άντρο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пещера, каверна, пещерата, кухина
Άντρο στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άντρο

άντρο ορισμός, άντρο συνώνυμα, δικταίο άντρο, άντρο μιχαηλίδη, ιδαίο άντρο, άντρο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άντρο στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • άντληση στα βουλγαρικά - помпен, помпане, изпомпване, помпена, помпената
  • άντρας στα βουλγαρικά - гадже, мъж, човек, мъж на, човека
  • άνω στα βουλγαρικά - горе, над
  • άξεστος στα βουλγαρικά - неполиран, неполирана, неизискан, неполирано, недодяланата
Τυχαίες λέξεις
Άντρο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пещера, каверна, пещерата, кухина