Άντρο στα λιθουανικά
Μετάφραση: άντρο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ola, urvas, Cavern, Pieczara, didelis urvas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άντρο
άντρο ορισμός, άντρο συνώνυμα, δικταίο άντρο, άντρο μιχαηλίδη, ιδαίο άντρο, άντρο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, άντρο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- άντληση στα λιθουανικά - siurbimo, siurblinės, sausinimo, pumpavimo, išsiurbimo
- άντρας στα λιθουανικά - vyrukas, vaikinas, vyras, žmogus, vyro, moteris
- άνω στα λιθουανικά - viršuje, virš, aukščiau, pirmiau, anksčiau, pirma
- άξεστος στα λιθουανικά - nepoliruotas, nenupoliruotų, nepoliruoti, Matowy, Negluds
Τυχαίες λέξεις
Άντρο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: ola, urvas, Cavern, Pieczara, didelis urvas
Μεταφράσεις: ola, urvas, Cavern, Pieczara, didelis urvas