Άπρεπος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: άπρεπος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
непристоен, непристойно, неприлично, неподходящ, неприличен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άπρεπος
άπρεπος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άπρεπος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- άπορος στα βουλγαρικά - бедняк, просяк, беден, сиромах
- άποψη στα βουλγαρικά - управление, вид, постановяване, мнение, изглед, гледка, оглед, ...
- άπταιστα στα βουλγαρικά - свободно, гладко, плавно
- άπταιστος στα βουλγαρικά - свободно, гладко, плавно
Τυχαίες λέξεις
Άπρεπος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: непристоен, непристойно, неприлично, неподходящ, неприличен
Μεταφράσεις: непристоен, непристойно, неприлично, неподходящ, неприличен