Άπρεπος στα εσθονικά

Μετάφραση: άπρεπος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
alandav, ebasünnis, sobimatu, sobimatuks, ebasobiv, sündmatu
Άπρεπος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άπρεπος

άπρεπος λεξικό γλώσσας εσθονικά, άπρεπος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • άπορος στα εσθονικά - ülivaene, vaene, kerjus, Vaivainen
  • άποψη στα εσθονικά - vaatama, külg, arvamus, vaatepilt, nägema, vaatenurk, väljavaade, ...
  • άπταιστα στα εσθονικά - vabalt, soravalt, ladusalt, sujuvalt
  • άπταιστος στα εσθονικά - sorav, ladusalt, soravalt, sujuvalt
Τυχαίες λέξεις
Άπρεπος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: alandav, ebasünnis, sobimatu, sobimatuks, ebasobiv, sündmatu