Έλκος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: έλκος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
язва, язва на, язви, язвена
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έλκος
έλκος δωδεκαδακτύλου, έλκος διατροφή, έλκος στο στομάχι, έλκος συμπτώματα, έλκος στομάχου αντιμετώπιση, έλκος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, έλκος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- έλευση στα βουλγαρικά - приход, идване, Адвент, Advent, адвентното, адвентната
- έλικας στα βουλγαρικά - спирала, спиралата, хеликс, спирална
- έλκω στα βουλγαρικά - разранявам, подлютвам, възпалявам, образувам рани, покривам се с рани
- έλλειψη στα βουλγαρικά - недостиг, недостиг на, недостига, липса, недостигът
Τυχαίες λέξεις
Έλκος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: язва, язва на, язви, язвена
Μεταφράσεις: язва, язва на, язви, язвена