Έλκος στα ισλανδικά
Μετάφραση: έλκος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sár, sár á, sár í, magasár, skeifugarnarsár
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έλκος
έλκος δωδεκαδακτύλου, έλκος διατροφή, έλκος στο στομάχι, έλκος συμπτώματα, έλκος στομάχου αντιμετώπιση, έλκος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, έλκος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- έλευση στα ισλανδικά - tilkomu, Advent, Jóladagatal, Tilkoma, aðventu
- έλικας στα ισλανδικά - Helix
- έλκω στα ισλανδικά - teikna, draga, ulcerate
- έλλειψη στα ισλανδικά - hörgull, þrot, ekla, vilja, skortur, skorti, skort, ...
Τυχαίες λέξεις
Έλκος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sár, sár á, sár í, magasár, skeifugarnarsár
Μεταφράσεις: sár, sár á, sár í, magasár, skeifugarnarsár