Έλκος στα λιθουανικά

Μετάφραση: έλκος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
opa, opos, opą, opų
Έλκος στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έλκος

έλκος δωδεκαδακτύλου, έλκος διατροφή, έλκος στο στομάχι, έλκος συμπτώματα, έλκος στομάχου αντιμετώπιση, έλκος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, έλκος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • έλευση στα λιθουανικά - adventas, atėjimas, Advento, pasirodymas
  • έλικας στα λιθουανικά - propeleris, sraigtas, spiralės, helix, spiralė, Sraigės
  • έλκω στα λιθουανικά - masinti, traukti, apibūdinti, opėti, gadinti, nuodyti, Pūžņot, ...
  • έλλειψη στα λιθουανικά - deficitas, noras, norėti, stygius, stoka, trūkumas, trūksta, ...
Τυχαίες λέξεις
Έλκος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: opa, opos, opą, opų